Παράδοση
Παράδοση
Εισαγωγικά: Δε γνωρίζουμε πότε ακριβώς επισημάνθηκαν για πρώτη φορά οι εξαιρετικές ιδιότητες του «Νερού Μουτουλλά».
Πρώτη γραπτή αναφορά (εφημ. «Κυπριακός φύλαξ» 10.7.1918):
ΤΟ ΠΟΣΙΜΟΝ ΥΔΩΡ ΜΟΥΤΟΥΛΛΑ
Έχει γίνει ήδη γνωστή εις ευρύτατον κύκλον των εκτελούντων λουτροθεραπείαν εν Καλοπαναγιώτη και Πεδουλά η δροσερή και διαυγής πηγή ποσίμου ύδατος εν Μουτουλλά, ώστε και τινες τούτων να προμηθεύονται ύδωρ εξ αυτής…. Του δροσερού, διαυγεστάτου και στομαχικωτάτου τούτου ύδατος αι υγιειναί ιδιότητες πιστοποιούνται και δι’ αναλύσεως του Κυβερνητικού Χημικού κ. Φράνσις…»
Αναλύσεις στο Παρίσι: Το καλοκαίρι του 1927 παραθέριζε στο Μουτουλλά ο Ιωάννης Μάλτας, χημικός και αγρονόμος από την Αίγυπτο, ο οποίος θεραπεύθηκε από προβλήματα που είχε με τα νεφρά και το στομάχι του πίνοντας νερό από την «Κάτω Βρύση» του χωριού.
Με πρωτοβουλία και επίβλεψη του Ι. Μάλτα οι Μουτουλλιώτες, το 1927, έστειλαν το νερό για λεπτομερή ανάλυση στο Δημοτικό Χημείο του Παρισιού. Τα ευρήματα ήταν ότι το νερό του Μουτουλλά ήταν εφάμιλλο των περίφημων πηγών του Evian, του Vichi και άλλων όμοιων πηγών της Ευρώπης.
Άρχισε η διαφήμιση: Οι κάτοικοι του χωριού τύπωσαν χιλιάδες φυλλάδια με τα αποτελέσματα των αναλύσεων και τα διένειμαν σε πολλά μέρη. Δημοσίευσαν, επίσης , αναλύσεις στις πλείστες εφημερίδες της εποχής. Το αποτέλεσμα ήταν η κατακόρυφη αύξηση των παραθεριστών στου Μουτουλλά.
Προτάσεις για εμπορική αξιοποίηση του νερού: Από το τέλος της δεκαετίας του 1920 άρχισαν οι προτάσεις για εμπορική εκμετάλλευση του περίφημου νερού. Δεύτερη πρόταση έγινε στα μέσα της δεκαετίας του ’30. Το 1947 η εφημερίδα «Νέον ΄Εθνος» (30.5.1947 σ. 4) έγραφε: «Ευρίσκονται προς το τέλος των διαπραγματεύσεις μεταξύ των κατοίκων Μουτουλλά και γνωστού επιχειρηματία, ο οποίος αναλαμβάνει την εμφιάλωσιν δι΄ εμπορικούς σκοπούς του γνωστοτάτου ποσίμου νερού «της βρύσης Μουτουλλά» δια μίαν δεκαετίαν με 10% κατ΄ αρχήν και έπειτα 20% των κερδών υπέρ του χωρίου….» Παρ΄ όλο που τότε ψηφίστηκε από τους κατοίκους και πενταμελής επιτροπή για να χειριστεί το θέμα, η προσπάθεια ναυάγησε.
Τελικά το 1961, η εταιρεία «Θεά Υγεία» ανέλαβε την εμφιάλωση του «Νερού Μουτουλλά». Ήταν το πρώτο νερό που εμφιαλωνόταν στη Κύπρο. Το εμφιαλωτήριο βρισκόταν σε απόσταση λίγων μέτρων από την περίφημη πηγή. Η εμφιάλωση γινόταν σε γυάλινες φιάλες.
Πριν 150 – 200, περίπου, χρόνια όλα σχεδόν τα σπίτια του Μουτουλλά βρίσκονταν σε ακτίνα μέχρι 200-300 μέτρων από την παλιά εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, που ήταν στη θέση της σημερινής νέας, ομώνυμης, εκκλησίας.
Οι κάτοικοι, στην αρχή, έπαιρναν νερό από τις όχθες του ποταμού Κατούρη, (παραπόταμου του Σέτραχου), όπου κατασκεύαζαν πρόχειρες «βρύσες» τοποθετώντας στο σημείο που έτρεχε το νερό χολετρωτά ξύλα, κεραμίδια ή ακόμη και πλατιά φύλλα δέντρων, κυρίως καρυδιάς.
Αργότερα βρήκαν την πηγή κοντά στο κάτω γεφύρι και ονόμασαν την πηγή «Η Βρύση».
Το 1911 – 12, όταν άρχισε να κατασκευάζεται ο αμαξιτός δρόμος μέσα στο χωριό, με ενέργειες του μουχτάρη Ιωάννη Χ. Κουντούρη κατασκευάστηκε ακόμα μια βρύση στο χωριό, στο σημείο που είναι σήμερα το μνημείο πεσόντων. Το νερό το έφερναν με σωλήνες από το μέρος «Χαντάρα», στην τοποθεσία «Ρότσος». Τότε η παλιά βρύση ονομάστηκε «Κάτω Βρύση» σε αντίθεση με τη νέα που ήταν η «Πάνω Βρύση».
Οι βρύσες του Χαράλαμπου Πακτινέ (1927)
Ενέργειες που άρχισαν επί μουχτάρη Παναγή Χ. Κουντούρη (1923) και ολοκληρώθηκαν επί μουκτάρη Χαράλαμπου Πακτινέ είχαν ως αποτέλεσμα την κατασκευή ακόμα τεσσάρων βρυσών. Τα επόμενα 4 – 5 χρόνια κατασκευάστηκαν ακόμα 2 βρύσες, η μια στο νεόκτιστο «πάνω σχολείο». Ένας από τους λόγους που οι Αρχές του χωριού ζητούσαν την κατασκευή βρυσών ήταν και η καλύτερη εξυπηρέτηση των παραθεριστών που άρχισαν να φτάνουν στο χωριό.
Οι βρύσες του 1950
Το 1950 κατασκευάστηκαν στο Μουτουλλά 12 ωραίες τσιμεντένιες βρύσες, αφού μεταφέρθηκε περισσότερο νερό από την υφιστάμενη πηγή «Χαντάρα» και από μια νέα πηγή στην περιοχή «Εφτά Βρύσες». Την ίδια εποχή κατασκευάστηκαν και δύο μεγάλα τσιμεντένια ντεπόζιτα στο πίσω μέρος της εκκλησίας της Παναγίας.
Τα κυρίζια
Το 1963 κατασκευάστηκαν σε κάθε γειτονιά μικρά ντεπόζιτα νερού τα οποία είχαν μέσα διάφορα χωρίσματα με λαμαρίνα που αντιστοιχούσαν ένα για κάθε νοικοκυριό. Το νερό κάθε νοικοκυριού περνούσε από μικρή τρύπα (διαμέτρου ενός «σακκοραφιού») και έφτανε σε ντεπόζιτο που είχε κάθε οικογένεια σπίτι της. Η ύπαρξη νερού σε κάθε σπίτι ήταν μεγάλη ευκολία για τους κατοίκους. Την ίδια περίοδο άρχισε να διακλαδώνεται νερό και σε διάφορους χώρους του κάθε σπιτιού (κουζίνα, χώρους υγιεινής κτλ).
Οι μετρητές
Το προηγούμενο σύστημα παρουσίαζε διάφορα προβλήματα που ταλαιπωρούσαν τόσο τον κόσμο όσο και τη Χωριτική Αρχή.΄Ετσι, προς το τέλος της δεκαετίας του 1980, έγινε εγκατάσταση ενός νέου υδρευτικού συστήματος με μετρητές που εξυπηρετεί σχεδόν πλήρως τα νοικοκυριά.
Ο ποταμός Σέτραχος πηγάζει από τα βουνά του Τροόδους, διασχίζει τα χωριά Πεδουλάς, Μουτουλλάς, Καλοπαναγιώτης και Οίκος, περνά μέσα από τη Λεύκα και χύνεται στον κόλπο του Ξερού.
Τα νερά του ποταμού ήταν πάντα πηγή ζωής για τους κατοίκους των πιο πάνω περιοχών. Ακόμη τα νερά αυτά ήταν η κινητήρια δύναμη για τους νερόμυλους που ήταν κτισμένοι παραπλεύρως του ποταμού από τον Πεδουλά μέχρι την Λεύκα.
Τα δικαιώματα των χωριών, αλλά και των κατοίκων του κάθε χωριού βασίζονταν σε ένα εθιμικό δίκαιο που ίσχυε από αρχαιοτάτων χρόνων. Πολλές φορές στην προσπάθεια διεκδίκησης ή διαφορετικής ερμηνείας αυτών των δικαιωμάτων προκαλούνταν εντάσεις, καυγάδες, μέχρι και φόνοι.
Όταν ήρθαν οι Τούρκοι στην Κύπρο δεν προτίμησαν για κατοικία τους τα κακοτράχαλα βουνά της Μαραθάσας. Κατοίκησαν όμως στην περιοχή της Λεύκας. Για να ποτιστούν τα περιβόλια της Λεύκας έπρεπε να περισσεύει νερό από τα χωριά της Μαραθάσας και να ρέει σε ικανοποιητικές ποσότητες προς το χωριό αυτό. Οι Τούρκοι, αφού είχαν την εξουσία, εμπόδιζαν τους κατοίκους των χωριών από του να χρησιμοποιούν το νερό και τους απειλούσαν με διάφορους τρόπους όταν δεν συμμορφώνονταν.
Μάλιστα, για να φαίνονται και «νόμιμοι» εξασφάλισαν και ειδικά «Χουτζέτς» (Πιστοποιητικά ιδιοκτησίας του Δικαστηρίου «Σιερή», δικαστήρια που λειτουργούσαν με βάση τον Ισλαμικό Νόμο) ότι έχουν δικαιώματα πάνω στο νερό του ποταμού Σέτραχου.
Οι Λευκάτες έστελναν συχνά ανθρώπους να επιτηρούν το νερό του ποταμού, τους νεροφύλακες. Με αυτούς τους νεροφύλακες συγκρούονταν συχνά οι κάτοικοι της Μαραθάσας, αλλά από την άλλη υπήρχε ο φόβος από τους κατακτητές που τους τιμωρούσαν ή τους κατέστρεφαν τις περιουσίες τους.
Από την άφιξη των Άγγλων στην Κύπρο, οι κάτοικοι της Μαραθάσας ένιωσαν ότι έφευγε από πάνω τους η μπότα του Τούρκου κατακτητή όσον αφορά το θέμα των δικαιωμάτων του νερού και άρχισαν να κάνουν χρήση του νερού καθημερινά και να συγκρούονται με τους Λευκάτες νεροφύλακες που άρχισαν να φοβούνται να έρθουν προς τη Μαραθάσα.
Οι Τούρκοι τότε βασιζόμενοι στα «Χουτζέτς» που είχαν προσέφυγαν στο Δικαστήριο. Έτσι από το 1879 άρχισαν πολυετείς δίκες μεταξύ των Λευκατών και Μαραθευτών για τα δικαιώματα πάνω στα νερά του ποταμού Σέτραχου που κράτησαν, με ενδιάμεσες πολυετείς διακοπές, για πάνω από 70 χρόνια.
Από το 1897 μέχρι το 1903, που ήταν άνομβρες χρονιές, τα ζητήματα των νερών μεταξύ των Λευκατών – Μαραθευτών εντάθηκαν πολύ.
Μια απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου της Κύπρου (1903) δικαίωνε τους Μαραθεύτες.
Η μόνη επιλογή που είχαν οι Λευκάτες ήταν να προσφύγουν στο Ανακτοσυμβούλιο στην Αγγλία, πράγμα που έκαναν.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΟΥ ΑΝΑΚΤΟΣ:
«Η Αυτού Μεγαλειότης αφού έλαβε υπ΄ όψει την έκθεσιν ταύτην και με την συμβουλήν του ιδιαίτερού του Συμβουλίου διατάσσει όπως απορριφθή η Έφεσις αυτή δια την μη εμφάνισιν των Εφεσιόντων και οι Εφεσίοντες να πληρώσωσι εις τους Εφεσίβλητους τα έξοδά των αν υπάρχουν εις το Εφετείον Κύπρου και Λ.38.1.0 δια τα εν Αγγλία έξοδά των.»
Το ζήτημα των νερών μεταξύ των δύο πλευρών έπαψε να υφίσταται από τα πρώτα χρόνια της Κυπριακής Ανεξαρτησίας, οπότε κατασκευάστηκε το φράγμα της Λεύκας και τα άλλα δύο αρδευτικά έργα στην περιοχή «Καφίζηδες» που τροφοδοτούν με αρκετό νερό την περιοχή Λεύκας.
ΠΩΛΗΣΗ ΝΕΡΟΥ ΜΕ ΒΥΤΙΟΦΟΡΑ Ή ΜΕ ΜΗΧΑΝΕΣ ΝΕΡΟΥ ΜΕ ΚΕΡΜΑΤΟΔΕΚΤΗ
Τα τελευταία 20 -25 χρόνια όλο και επεκτείνεται η πώληση νερού με βυτιοφόρα. Επίσης, σε πολλά σημεία των πόλεων, καθώς και μεγάλων πεδινών χωριών έχουν εγκατασταθεί μηχανές πώλησης νερού με κερματοδέκτη. Ιδιοκτήτες των βυτιοφόρων και των μηχανών πώλησης νερού με κερματοδέκτη είναι μόνιμοι κάτοικοι ορεινών χωριών ή καταγόμενοι από αυτά, όπως από Μουτουλλά, Καλοπαναγιώτη, Πεδουλά, Κακοπετριά, Αγρό, Κυπερούντα ή από άλλο χωριό.
Παρατηρούμε ακόμη ότι σε σπίτια, γραφεία, καταστήματα, σχολεία κτλ. υπάρχουν καταψύκτες νερού που δέχονται μεγάλες φιάλες νερού των 10 – 20 λίτρων που γεμίζονται από βυτιοφόρα ή από μηχανές πώλησης νερού με κερματοδέκτη.
Η προμήθεια νερού με τους πιο πάνω τρόπους είναι συμφέρουσα για τον καταναλωτή (παρά να αγοράζει εμφιαλωμένο νερό).
Η πολιτεία έχει θεσμοθετήσει τακτικούς και αυστηρούς ελέγχους στο νερό που πωλείται με τους πιο πάνω τρόπους. Στο νερό που πωλείται από βυτιοφόρα ή από μηχανές πώλησης νερού με κερματοδέκτη διενεργείται ανάλυση μια φορά το μήνα (σύνολο 12 αναλύσεις, κόστους €20 η καθεμιά). Επίσης, στο νερό των πηγών, από τις οποίες προμηθεύονται νερό οι πωλητές που προαναφέρθηκαν, πραγματοποιείται λεπτομερέστατη χημική ανάλυση μια φορά το χρόνο, κόστους €800.
Ασφαλώς όταν συντρέχει λόγος γίνονται και άλλες έκτακτες αναλύσεις.
Ο καταναλωτής πρέπει να είναι σίγουρος ότι οι Υγειονομικές Υπηρεσίες παρακολουθούν στενά την ποιότητα του νερού που πωλείται με τους πιο πάνω τρόπους.
Όσον αφορά τους πωλητές νερού από το Μουτουλλά να αναφέρουμε τα εξείς:
• 18 – 20 οικογένειες συντηρούνται από την πώληση νερού με τους πιο πάνω τρόπους.
• Ιδιοκτήτες μεγάλου αριθμού μηχανών πώλησης νερού με κερματοδέκτη, περίπου 45-50%, είναι Μουτουλλιώτες.
ΤΑ ΘΕΙΟΥΧΑ ΝΕΡΑ – ΤΑ ΛΟΥΤΡΑ ΤΗΣ ΡΗΓΑΙΝΑΣ – Το «ΧΛΙΟ»
Στις όχθες του ποταμού Σέτραχου (ή ποταμού της Μαραθάσας ή ποταμού των Εφταβρύσων) και σε απόσταση ενός περίπου χιλιομέτρου από τα τελευταία σπίτια του Μουτουλλά (προς τον Πεδουλά) υπάρχουν τέσσερις πηγές θειούχων νερών.
Ο χώρος των πηγών αυτών, που είναι εξαιρετικής φυσικής ομορφιάς, ονομάζεται και «Λουτρά της Ρήγαινας», γιατί , σύμφωνα με την παράδοση κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας μετέβαινε εκεί και έκανε το μπάνιο της η Ρήγαινα, η οποία τα καλοκαίρια παραθέριζε στον Μεσαιωνικό οικισμό «Μάραθο» (Marato), που βρισκόταν σε τοποθεσία απέναντι από το Μουτουλλά.
Ο ποιητής Κώστας Μόντης περιγράφει ως εξής το τοπίο των «Λουτρών της Ρήγαινας» (εφημερίδα «Ελευθερία», Αύγουστος 1936):
«…Και προχωρείς αναπνέοντας την πράσινη ψυχή της φύσης, την αγνή… Προχωρείς όσο που να φτάσεις στο «μαειρισσίν». Αγριόδενδρα με δάφνες και μυρσίνια μπλεγμένα σχηματίζουν ένα άντρο υπόγειο για να κρύψουν απ΄ τα μάτια του ήλιου κάτι το αρχαίο σκάλισμα βράχου που από μέσα από δυο τρυπίτσες του αθώρητο βγαίνει ένα θειούχο νερό. Μερικές πέτρες ενωμένες με κογκρέ μαρτυρούν πως μια φορά – πόσα χρόνια; - ερχόντουσαν δωπέρα για να πάρουν το μπάνιο τους κι άλλοι άνθρωποι…
Και φαντάστηκα μια στιγμή να κάθεται ολόγυμνη μες στο σκάλισμα της πέτρας κάποια ξανθή πανώρια βασιλοπούλα και να τη λούζουνε οι σκλάβες της κρυμμένη μέσα σ΄εκείνα τα φυλλώματα, ενώ απ΄ τ΄ αντικρινό κλαρί της δάφνης ένα γαρδέλι ερωτεμένο να τραγουδάει τον πόνο της αγάπης του. Παρακάτω μια χωριάτισσα έπλενε στο θειούχο με τα πόδια της κάμποσα ασπρόρουχα…»
Η εφημερίδα «Κυπριακός Φύλαξ» (30.0.1925 σ. 3) έγραψε:
ΝΕΑΙ ΘΕΙΟΥΧΟΙ ΠΗΓΑΙ
Παρά τα όχθας του ποταμού Μαραθάσης, ιδία εις το μέρος αυτού το παρά τον Μουτουλλάν, υπάρχουσι πολλαί πηγαί θειούχοι. Μία δε τούτων λεγόμενη «Μαγειρισσίν» και «Λουτρόν» φαίνεται, ή μάλλον είναι βέβαιον ότι θα εχρησιμοποιείτο κατά την αρχαιότητα, διότι είναι λαξευμένη επί σκληροτάτου βράχου κατά τοιούτον τρόπον, ώστε να κάθηται εν αυτώ είς άνθρωπος ανέτως, εκ του πυθμένος δε τούτου ρέει το θειούχον. Πλησίον δε υπάρχουσι και ερείπια παλαιών τοίχων.
Δείγματα του ύδατος τριών των ως άνω πηγών εστάλησαν εις τον χημικόν της Κυβερνήσεως δι΄ ανάλυσιν, η έκθεσις του οποίου λέγει επί λέξει: «Τα ύδατα ταύτα ασυνήθους συνθέσεως είναι αλκαλικά θειούχα… Δύνανται να χρησιμοποιώνται δια μπάνια»
Ο δε έντιμος Αρχίατρος εις τον οποίον υπεβλήθησαν αι αναλύσεις γράφει:
«Τα ύδατα ταύτα είναι κατάλληλα δια ρευματικάς και δερματικάς ασθενείας».
ΤΟ «ΧΛΙΟ»
Στις πηγές των θειούχων νερών πήγαιναν μέχρι τις αρχές τις δεκαετίας του 1960 οι γυναίκες του Μουτουλλά και έπλεναν τα ρούχα τους στο «Χλιο» (το χλιαρό νερό των θειούχων νερών). Οι Μουτουλλιώτισσες, φορτωμένες την κοφίνα με τα άπλυτα ρούχα και κρατώντας στο χέρι τη «φαούτα» και το «χαρκούδιν» έφταναν πρωί πρωί στο «Χλιο». Ο χώρος ζωντάνευε από τις ομιλίες και τα γέλια των γυναικών, κάποτε και από κανένα καβγαδάκι, αλλά και από τους κτύπους της «φαούτας» (τα «φαουτίσματα» στα ρούχα, με σκοπό να καθαρίσουν καλύτερα). Τα πλυμένα με θειούχο νερό ρούχα πραγματικά γίνονταν πεντακάθαρα και μοσχομύριζαν.
Ο Αθανάσιος Σακελλάριος (1890) αναφέρει στο έργο του «Κυπριακά» (τ.Α, σελ. 129):
«…Εν τω Καλοπαναγιώτη και Μοδουλά υπάρχουσιν άφθονα θειούχα ύδατα, εν οις ως έχουσι και πότασσαν αι γυναίκες των κωμών τούτων εκρυπίζουσι τα εαυτών ενδύματα…»
Σημείωση: Ηλικιωμένοι κάτοικοι του χωριού σε διηγήσεις τους στα παιδιά και εγγόνια τους, τους ανέφεραν πολλές φορές την παράδοση για «τα Λουτρά της Ρήγαινας» την οποία και εκείνοι άκουσαν από τους γονείς και τους παππούδες τους.